- βαρίστορ
- Ειδική ηλεκτρική αντίσταση, που η τιμή της δεν μεταβάλλεται γραμμικά (με την επίδραση θετικής ή αρνητικής τάσης), αλλά εκθετικά. Κατασκευάζονται με ανάμειξη κρυστάλλων ημιαγωγού υλικού (ανθρακοπυρίτιο) και συνδετικού υλικού (πηλός, υδρύαλος, βερνίκι, ρητίνη) που συμπιέζονται και ψήνονται έως τους 1700°C. Τα β. είναι απλά, φτηνά, ο θερμικός συντελεστής τους είναι αρνητικός και μπορούν να λειτουργήσουν με μεγάλες υπερφορτώσεις. Τα μειονεκτήματά τους είναι ότι έχουν θόρυβο χαμηλής συχνότητας και αλλάζουν χαρακτηριστικά με τον χρόνο και τη θερμοκρασία. Χρησιμοποιούνται ως ρυθμιστές τάσης και έντασης στα κυκλώματα υπολογιστών κ.ά.
Dictionary of Greek. 2013.